Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

εἰς ὃν ἡ ϑάλασσα συνετέτρητο

См. также в других словарях:

  • συντετραίνω — και συντίτρημι Α 1. (ιδίως σχετικά με δοχεία ή κοιλότητες) συνδέω δια μέσου οπής 2. (το μέσ.) συντετραίνομαι επικοινωνώ, συνδέομαι (α. «εἰς ὅv ἡ θάλασσα συνετέτρητο», Πλάτ. β. «συντέτρηνται [αἱ κοιλίαι] πρὸς τὸν πλεύμονα», Αριστοτ.) 3. μτφ. αφήνω …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»